Η συνδικαλιστική ελευθερία και δράση προστατεύεται στη χώρα μας, κυρίως από το Σύνταγμα (άρθ. 23 §1) και από το ν. 1264/1982 «Για τον εκδημοκρατισμό του Συνδικαλιστικού Κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων’» (Α΄ 79), σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ΑΚ και του Εισ.Ν.ΑΚ., όπως ισχύουν σήμερα. Ο ν. 1264/1982 κατοχυρώνει τα συνδικαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων και ρυθμίζει την ίδρυση, οργάνωση, λειτουργία και δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους.
Οι διατάξεις του ν. 1264/1982 εφαρμόζονται σε όλους τους εργαζόμενους που απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου (μισθωτοί), στους οποίους περιλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι στο δημόσιο ή ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ (άρθ. 1 §1). Δεν εφαρμόζεται στις δημοσιογραφικές (με ορισμένες εξαιρέσεις διατάξεων), ναυτεργατικές και τις επαγγελματικές οργανώσεις που συνιστώνται με νόμο ως ΝΠΔΔ, για τις οποίες ισχύουν ειδικές διατάξεις (άρθ. 1 §2).
Επίσης, ο ν. 1264/1982, όπως είναι, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 14 § 3-10, 16 § 7-9, 22 § 1 και 2, 24 και 27, εφαρμόζεται, με τις ειδικές ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 30, ανάλογα και στους έμμισθους πολιτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, όπως και στους μόνιμους ή με θητεία υπαλλήλους των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, των εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ακόμη δε και στους υπαλλήλους με σχέση ιδιωτικού δικαίου που κατέχουν οργανικές θέσεις, σύμφωνα με το άρθρο 103 § 3 του Συντάγματος.
Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις διακρίνονται σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες.
Πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι: α) τα σωματεία, β) τα τοπικά παραρτήματα συνδικαλιστικών οργανώσεων ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης, που προβλέπονται από τα καταστατικά τους και μόνο για το δικαίωμα να γίνουν μέλη του αντίστοιχου εργατικού κέντρου, γ) οι ενώσεις προσώπων, μία για κάθε εκμετάλλευση, επιχείρηση, δημόσια υπηρεσία, ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ, που συνιστούν 10 τουλάχιστον εργαζόμενοι με ιδρυτική πράξη την οποία καταθέτουν στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων του άρθρου 1 § 2 του ν.1264/1982, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρ.82 του ν.4808/2021, και κοινοποιούν στον εργοδότη, εφ’ όσον ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων δεν υπερβαίνει τους 40 και δεν υπάρχει σωματείο με τους μισούς τουλάχιστον ως μέλη του. Εάν, μετά την τυχόν σύσταση της Ένωσης προσώπων, πάψει να συντρέχει μία από τις πιο πάνω προϋποθέσεις, η ένωση προσώπων διαλύεται, χωρίς άλλη διατύπωση. Η ιδρυτική πράξη της ένωσης προσώπων πρέπει να αναφέρει απαραίτητα το σκοπό της, δύο εκπροσώπους της και τη διάρκεια της που δεν υπερβαίνει το εξάμηνο. Για τις ενώσεις προσώπων εκτός από το άρθρο 20 § 1 εδάφιο γ’ εφαρμόζονται ανάλογα και οι διατάξεις για τα σωματεία των άρθρων 3 § 1 α, 7§ 1, 5, 6, 7 και 8 του ν. 1264/1982. Για την εκλογή των εκπροσώπων της ένωσης προσώπων επιμελείται τριμελής εφορευτική επιτροπή (άρθ. 1 § 3 περίπτωση α΄ ν. 1264/1982).
Δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι οι Ομοσπονδίες και τα Εργατικά Κέντρα. Οι Ομοσπονδίες είναι ενώσεις δύο τουλάχιστον σωματείων του ιδίου ή συναφών κλάδων οικονομικής δραστηριότητας ή του ιδίου ή συναφών επαγγελμάτων. Τα Εργατικά Κέντρα είναι ενώση 2 τουλάχιστον σωματείων και τοπικών παραρτημάτων που έχουν την έδρα τους μέσα στην περιφέρεια του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου, ανεξάρτητα από τον τόπο απασχόλησης των μελών τους (άρθ. 1 §3 περίπτωση β΄ ν. 1264/1982).
Τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις (συνομοσπονδίες), είναι ενώσεις Ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων (άρθ. 1 § 3 περίπτωση γ΄ ν. 1264/1982).
Επίσης, υπάρχει και η ένωση προσώπων του άρθρου 37 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226), η οποία έχει τη μορφή πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, ώστε να μπορούν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι να συνάπτουν συλλογική σύμβαση εργασίας εάν δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση. Η εν λόγω ένωση προσώπων συστήνεται τουλάχιστον από τα τρία πέμπτα (3/5) των εργαζομένων στην επιχείρηση (θα πρέπει λοιπόν να υπάρχουν τουλάχιστον 5 μέλη), ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού εργαζομένων σε αυτήν και χωρίς η διάρκειά της να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό. Για την σύστασή της απαιτείται η κατάρτιση ιδρυτικής πράξης, η οποία κατατίθεται στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο και κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στον εργοδότη. Εάν μετά τη σύσταση ένωσης προσώπων για τον συγκεκριμένο σκοπό, πάψει να συντρέχει η προϋπόθεση της συμμετοχής των τριών πέμπτων (3/5) των εργαζομένων στην επιχείρηση, η οποία απαιτείται για τη σύστασή της, διαλύεται, χωρίς άλλη διατύπωση. Για δε τα λοιπά θέματα που αφορούν την ένωση προσώπων εξακολουθεί να εφαρμόζεται η περίπτωση γγ’ εδάφιο δ της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1264/1982.
Για τη σύσταση εργατικών σωματείων, τα οποία αποτελούν πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις, απαιτείται η σύμπραξη 20 τουλάχιστον εργαζομένων (άρθρο 78 ΑΚ). Οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι θα πρέπει να εργάζονται είτε στην ίδια επιχείρηση ή εκμετάλλευση (επιχειρησιακό σωματείο) είτε στον ίδιο κλάδο οικονομίας (κλαδικό σωματείο).
Δυνάμει των άρθρων 17 παρ. 4, 110 παρ.21 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) και του άρθρου 12 περ. α του ν. 4077/2012 (Α΄ 168), το άρθρο 787 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαταστάθηκε ως εξής:
«1. Όταν ζητείται κατά το νόμο να διαταχτεί η εγγραφή σωματείου στο βιβλίο που τηρείται για αυτό το σκοπό, ή η τροποποίηση του καταστατικού ή η εξουσιοδότηση για τη σύγκληση της συνέλευσης σωματείου και τη ρύθμιση της προεδρίας της ή η διάλυση σωματείου, αρμόδιος είναι ο Ειρηνοδίκης της περιφέρειας που έχει έδρα το σωματείο.
2. Δικαίωμα ανακοπής κατά της διαταγής που δέχεται αίτηση εγγραφής σωματείου ή τροποποίησης καταστατικού έχει ο εισαγγελέας πρωτοδικών αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αίτησης της εποπτεύουσας αρχής, καθώς και κάθε τρίτος που έχει έννομο συμφέρον».
Βάσει του άρθρου 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) αντικαταστάθηκαν σχετικά άρθρα του Αστικού Κώδικα (ΑΚ) σχετικά με ζητήματα των νομικών προσώπων ως εξής:
«1. Το άρθρο 69 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Αν λείπουν τα πρόσωπα που απαιτούνται για τη διοίκηση του νομικού προσώπου ή αν τα συμφέροντά τους συγκρούονται προς εκείνα του νομικού προσώπου, ο ειρηνοδίκης διορίζει προσωρινή διοίκηση ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον.»
2. Το άρθρο 73 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Αν ο νόμος ή η συστατική πράξη ή το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά ή το αρμόδιο όργανο δεν αποφάσισε διαφορερικά, η εκκαθάριση γίνεται από εκείνους που έχουν τη διοίκηση του νομικού προσώπου. Αν δεν υπάρχουν, ο ειρηνοδίκης διορίζει έναν ή περισσότερους εκκαθαριστές.»
3. Το άρθρο 81 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Αν συντρέχουν οι νόμιμοι όροι, ο ειρηνοδίκης διατάσσει:1. Να δημοσιευθεί στον τύπο περίληψη του καταστατικού με τα ουσιώδη στοιχεία του. 2. Να εγγραφεί το σωματείο στο βιβλίο των σωματείων. Η εγγραφή αυτή περιλαμβάνει το όνομα και την έδρα του σωματείου, τη χρονολογία του καταστατικού, τα μέλη της διοίκησης και τους όρους που την περιορίζουν. Το καταστατικό επικυρώνεται από τον ειρηνοδίκη, κοινοποιείται στον εισαγγελέα πρωτοδικών και κατατίθεται στο αρχείο του πρωτοδικείου.»
4. Το άρθρο 82 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Τη διάταξη του ειρηνοδίκη που απορρίπτει την αίτηση έχει δικαίωμα να ανακόψει μόνο εκείνος που την είχε υποβάλει. Τη διαταγή που δέχεται την αίτηση έχει δικαίωμα να ανακόψει μόνο ο εισαγγελέας πρωτοδικών αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αίτησης της εποπτεύουσας αρχής, καθώς και κάθε τρίτος που έχει έννομο συμφέρον.»
5. Το άρθρο 83 του Αστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής: «Το σωματείο αποκτά νομική προσωπικότητα από τη στιγμή που θα εγγραφεί στο βιβλίο. Η εγγραφή γίνεται αμέσως μετά την έκδοση της διαταγής του άρθρου 81.»
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 § 1 εδ. α΄ και β΄, κάθε εργαζόμενος που έχει συμπληρώσει ένα δίμηνο μέσα στον τελευταίο χρόνο στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση ή τον κλάδο απασχόλησής του έχει δικαίωμα να γίνει μέλος μιας οργάνωσης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και μιας του επαγγελματικού κλάδου απασχόλησής του, εφόσον έχει τις νόμιμες προϋποθέσεις των καταστατικών τους. Ανήλικοι και αλλοδαποί, εργαζόμενοι νόμιμα, μπορούν να είναι μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Επίσης, βάσει του άρθρου 7 §§ 2 και 3, κάθε σωματείο έχει το δικαίωμα να γίνει μέλος της αντίστοιχης Ομοσπονδίας και του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου και κάθε Ομοσπονδία και Εργατικό Κέντρο έχει το δικαίωμα να γίνει μέλος μιας συνομοσπονδίας.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 § 5 του ν. 1264/1982, είναι άκυρη η καταγγελία της σύμβασης εργασίας:
α) των μελών της διοίκησης, σύμφωνα με το άρθρο 92 ΑΚ, της συνδικαλιστικής οργάνωσης,
β) των μελών της προσωρινής, σύμφωνα με το άρθρο 79 ΑΚ, διοίκησης της συνδικαλιστικής οργάνωσης που διορίζει το δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 69 ΑΚ και
γ) των μελών της διοίκησης που εκλέγονται προσωρινά κατά την ίδρυση συνδικαλιστικής οργάνωσης.
Η απαγόρευση ισχύει κατά τη διάρκεια της θητείας και ένα χρόνο μετά τη λήξη της, εκτός συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της παρ. 10 του άρθρου 14, όπως ισχύει.
Βάσει της παρ. 6 του άρθρου 14, η παραπάνω προστασία παρέχεται στην ακόλουθη έκταση:
Εάν η οργάνωση έχει ως 200 μέλη, προστατεύονται 5 μέλη της διοίκησης
Εάν η οργάνωση έχει ως 1000 μέλη, προστατεύονται 7 μέλη της διοίκησης
Εάν η οργάνωση έχει περισσότερα από 1000 μέλη, προστατεύονται 9 μέλη της διοίκησης.
Τη σειρά των μελών που προστατεύονται ορίζει το καταστατικό. Εάν το καταστατικό δεν προβλέπει, προστατεύονται κατά σειρά ο Πρόεδρος, Αναπλ. Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος, Γενικός Γραμματέας, Αναπλ. Γενικός Γραμματέας, Ταμίας και οι λοιποί κατά την τάξη εκλογής (άρθρο 14 § 7 ) .
Σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων συνδικαλιστικών οργανώσεων στον ίδιο εργοδότη, ο συνολικός αριθμός των προστατευόμενων μελών, που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από το διπλάσιο του αντίστοιχου αριθμού που αναφέρεται στις περ. α’, β’ και γ’ της παρ. 6. Στην περίπτωση αυτήν, ο αριθμός των μελών της διοίκησης της κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης που προστατεύεται προκύπτει από τη διαίρεση του μέγιστου αριθμού κατά το προηγούμενο εδάφιο, διά του ποσοστού των μελών της οργάνωσης που ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη διοίκησης επί του συνόλου των μελών όλων των οργανώσεων που ψήφισαν στις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη διοικήσεων. Εφόσον προκύπτουν δεκαδικοί αριθμοί, στρογγυλεύονται στον αμέσως μεγαλύτερο ακέραιο και ο συνολικός αριθμός προστατευόμενων μελών, που εργάζονται στην επιχείρηση, αυξάνεται αναλόγως.
Επίσης, βάσει της παρ. 8 του άρθρου 14 του ν. 1264/1982, προστατεύονται τα πρώτα 21 ιδρυτικά μέλη της πρώτης υπό σύσταση συνδικαλιστικής οργάνωσης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή του επαγγελματικού κλάδου απασχόλησης, εφόσον η επιχείρηση στην οποία εργάζονται απασχολεί από εφόσον στην επιχείρηση εργάζονται περισσότεροι από ογδόντα (80) εργαζόμενοι. Η προστασία αυτή ισχύει για έναν χρόνο από την ημέρα της υπογραφής της ιδρυτικής πράξης. Εάν η υπό σύσταση οργάνωση δεν συσταθεί πραγματικά εντός έξι (6) μηνών από την υπογραφή της ιδρυτικής πράξης, η προστασία των ιδρυτικών μελών παύει και ισχύει για τα μέλη της επόμενης υπό σύσταση οργάνωσης.
Επιπρόσθετα και με την επιφύλαξη του άρθρου 11 § 3 του ν. 1256/1982, δεν επιτρέπεται μετάθεση των εργαζομένων που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 6, 7 και 8 εάν αυτή δεν είναι απολύτως αναγκαία για τη λειτουργία της επιχείρησης ή δεν επιβάλλεται από λόγους προστασίας της υγείας (άρθρο 14 § 9).
Τέλος, για την προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών που συμμετέχουν στην Εκτελεστική Επιτροπή, στη Γραμματεία της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων και στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια Εργαζομένων των ομίλων επιχειρήσεων έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 1256/1982 όπως ισχύει (άρθρο 14 § 11).
Βάσει της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 1264/1982, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των παραγράφων 5, 8 και 9 του άρθρου 14 ή άρνησης απασχόλησης εργαζόμενου που η απόλυσή του κρίθηκε από τα δικαστήρια άκυρη, ο εργοδότης και οι εκπρόσωποί του τιμωρούνται με φυλάκιση ή και με χρηματική ποινή μέχρι 1.000.000 δρχ (2.934,70 €) για κάθε παράβαση ή άρνηση.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 § 10 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 88 του ν.4808/2021, η καταγγελία της σχέσης εργασίας των προσώπων που προστατεύονται σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο άρθρο 14, επιτρέπεται υπό τους όρους της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 1483/1984 (Α` 153), αναφορικά με την ύπαρξη σπουδαίου λόγου. Για τον δικαστικό έλεγχο των απολύσεων αυτών εφαρμόζονται η διαδικασία και οι προθεσμίες της παρ. 4 του άρθρου 22. Η αγωγή επιδίδεται τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες πριν από τη δικάσιμο που έχει προσδιορισθεί για τη συζήτησή της. Πρόσθετες παρεμβάσεις μπορούν να ασκούνται και προφορικά, ενώπιον του ακροατηρίου, πριν από την έναρξη της συζήτησης της αγωγής.
Η συνδρομή κάποιου από τους παραπάνω σπουδαίους λόγους δεν απαλλάσσει τον εργοδότη από τις υποχρεώσεις που έχει σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και της εργατικής νομοθεσίας σχετικά με την καταγγελία της σχέσεως εργασίας.
Το άρθρο 17 του ν. 1264/82, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 6 §3 του ν. 2224/1994 (Α΄ 112), αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 4472/2017 (Α΄ 74) ως εξής:
Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να διευκολύνει τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων, των Ελεγκτικών Επιτροπών και τους αντιπροσώπους των πρωτοβάθμιων στις δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση έχει για τα Διοικητικά Συμβούλια, τις Ελεγκτικές Επιτροπές και τους αντιπροσώπους των δευτεροβάθμιων στις τριτοβάθμιες, όπως και για τα Διοικητικά Συμβούλια και τις Ελεγκτικές Επιτροπές των τριτοβάθμιων οργανώσεων.
Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να παρέχει την άδεια απουσίας:
α) στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της πιο αντιπροσωπευτικής τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους,
β) στον Πρόεδρο και στον Γενικό Γραμματέα των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά οργανώσεις έχουν πάνω από 10.000 ψηφίσαντα μέλη, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους,
γ) στον Πρόεδρο των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν από 1.501 μέχρι 10.000 ψηφίσαντα μέλη, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία του,
δ) στον Πρόεδρο των Εργατικών Κέντρων και των Ομοσπονδιών, εφόσον οι υπαγόμενες σε αυτά πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν μέχρι 1.500 ψηφίσαντα μέλη, δεκαπέντε μέρες το μήνα,
ε) στον Αντιπρόεδρο, τον Γενικό Γραμματέα και τον Ταμία των Διοικητικών Συμβουλίων των πιο αντιπροσωπευτικών δευτεροβάθμιων οργανώσεων δεκαπέντε (15) ημέρες τον μήνα,
στ) στα υπόλοιπα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των πιο αντιπροσωπευτικών δευτεροβάθμιων οργανώσεων εννέα (9) ημέρες τον μήνα,
ζ) στον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο, τον Γενικό Γραμματέα των πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων πέντε (5) ημέρες τον μήνα, αν τα μέλη της οργάνωσης είναι 500 και πάνω,
η) στον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο, τον Γενικό Γραμματέα των πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων τρεις (3) ημέρες τον μήνα, αν τα μέλη της οργάνωσης είναι λιγότερα από 500,
θ) στους αντιπροσώπους στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οργανώσεις και στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια Εργαζομένων, για όλη τη διάρκεια συνεδρίων στα οποία συμμετέχουν,
ι) στα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και της Γραμματείας της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους.
3. Οι αναφερόμενες στην παρ. 2 άδειες απουσίας περιορίζονται σε τριάντα (30) ημέρες τον χρόνο για τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής ή αλλιώς του Προεδρείου των μη αντιπροσωπευτικότερων τριτοβάθμιων οργανώσεων, καθώς και για τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, προκειμένου για την αμέσως επόμενη, της πιο αντιπροσωπευτικής, δευτεροβάθμια οργάνωση, εφόσον αυτή έχει τόσα ψηφίσαντα μέλη, όσα αναφέρονται στις περ. β` και γ` της παρ. 2, και στο 1/3 του αναφερόμενου στις περ. δ`, ε`, στ`, ζ` και η της παρ. 2 χρόνου για τα αναφερόμενα στις περιπτώσεις αυτές συνδικαλιστικά στελέχη της δεύτερης αντιπροσωπευτικότερης επιχειρησιακής συνδικαλιστικής οργάνωσης.
4. Ο χρόνος απουσίας των εργαζομένων κατά τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων θεωρείται χρόνος πραγματικής εργασίας για όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από την εργασιακή και ασφαλιστική σχέση. Οι ημέρες απουσίας των εργαζομένων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 2 είναι με αποδοχές, που καταβάλλονται από τον εργοδότη τους. Οι ημέρες απουσίας των εργαζομένων που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε΄, στ΄, ζ΄, η΄, θ΄ και ι΄ της παραγράφου 2, καθώς και των εργαζομένων της παραγράφου 3 είναι χωρίς αποδοχές. Στην περίπτωση αυτή οι ασφαλιστικές εισφορές των συνδικαλιστικών στελεχών για τον χρόνο της συνδικαλιστικής άδειάς τους καταβάλλονται από την οργάνωσή τους.
5. Για την εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης, το συνδικαλιστικό στέλεχος, που επιθυμεί να κάνει χρήση συνδικαλιστικής άδειας, οφείλει να ενημερώσει εγγράφως με οποιονδήποτε τρόπο, ακόμη και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τον εργοδότη, αμέσως μόλις αυτό είναι δυνατό και πάντως το αργότερο κατά την εβδομάδα που προηγείται της έναρξης της συνδικαλιστικής άδειας. Σε επείγουσες περιπτώσεις η συνδικαλιστική άδεια μπορεί να εκκινήσει αμέσως μετά την πρότερη ενημέρωση του εργοδότη, εφόσον αυτή είναι αντικειμενικώς αδύνατο να γίνει σε νωρίτερο χρόνο.
Η πρότερη ενημέρωση του εργοδότη κατά το παρόν άρθρο περιορίζεται στην ανακοίνωση του χρόνου έναρξης και λήξης της συνδικαλιστικής άδειας και απαγορεύεται να περιλαμβάνει τον συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο αυτή λαμβάνεται. Σε καμία περίπτωση ο εργοδότης δεν εγκρίνει τη συνδικαλιστική άδεια, η οποία απλώς του ανακοινώνεται.
6. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των υπαλλήλων του άρθρου 30. Όπου οι διατάξεις αυτές αναφέρονται σε Εργατικά Κέντρα καταλαμβάνουν και τα νομαρχιακά τμήματα που υπάγονται στην Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
Βάσει της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 1264/1982, ρυθμίσεις ευνοϊκότερες για την άσκηση των ανωτέρω δικαιωμάτων που έχουν ήδη αποκτηθεί ή θα αποκτηθούν με συμφωνία μισθωτών και εργοδοτών, με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις, υπερισχύουν.
Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 1264/1982 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 84 του ν. 4808/2021, οφείλουν να τηρούν ψηφιακά τα ακόλουθα βιβλία:
α) Μητρώο μελών, όπου αναγράφονται αριθμημένα, προκειμένου για μέλη-φυσικά πρόσωπα, το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα, η διεύθυνση κατοικίας, ο αριθμός του δελτίου ταυτότητας, ο ΑΜΚΑ και οι χρονολογίες εγγραφής και διαγραφής κάθε μέλους. Προκειμένου για μέλη-νομικά πρόσωπα αναγράφονται η επωνυμία, η έδρα, ο ΑΦΜ, οι αριθμοί και οι χρονολογίες των δικαστικών αποφάσεων έγκρισης ή τροποποίησης των καταστατικών τους, οι χρονολογίες εγγραφής και διαγραφής τους, εφόσον δε τα μέλη είναι συνδικαλιστικές οργανώσεις, ο αριθμός των εγγεγραμμένων μελών τους και αυτών που πήραν μέρος στις τελευταίες εκλογές.
β) Πρακτικών συνεδριάσεων Γενικών Συνελεύσεων των μελών.
γ) Πρακτικών συνεδριάσεων διοίκησης.
δ) Ταμείου, όπου καταχωρίζονται κατά χρονολογική σειρά όλες οι εισπράξεις και πληρωμές.
ε) Περιουσίας, όπου καταγράφονται όλα τα κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της οργάνωσης.
Τα γραμμάτια εισπράξεων αριθμούνται και θεωρούνται από την Ελεγκτική Επιτροπή, πριν από τη χρησιμοποίησή τους.
Τα μέλη δε της οργάνωσης και όποιος άλλος έχει έννομο συμφέρον, έχουν το δικαίωμα να πληροφορούνται τα παραπάνω στοιχεία.
Πλέον όχι. Βάσει της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 1264/1982 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 85 του ν. 4808/2021, απαγορεύεται να δέχονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εισφορές και ενισχύσεις από εργοδότες ή οργανώσεις τους, καθώς και από κομματικούς οργανισμούς ή άλλες πολιτικές οργανώσεις.